Κατά τους πρώτους αιώνες της ιστορικής πορείας της, η Βυζαντινή
Αυτοκρατορία αποτελούσε ένα υπερεθνικό, οικουμενικό κράτος που
περιελάμβανε όλον τον πολιτισμένο, τότε, μεσογειακό κόσμο. Στην
τεράστια επικράτειά της, η οποία απλωνόταν σε τρεις ηπείρους, συμβίωναν Έλληνες και εξελληνισμένοι λαοί, αυθεντικοί Ρωμαίοι, Αρμένιοι, Σύροι, Αιγύπτιοι και Ιουδαίοι, υπολείμματα παλαιών μικρασιατικών λαών (Ίσαυροι, Φρύγες, Καππαδόκες), στη Χερσόνησο του Αίμου, καθώς επίσης υπολείμματα νεώτερων εποικισμών Γαλατών και Γότθων. Όλοι αυτοί αυτοαποκαλούνταν Ρωμαίοι, στον βαθμό που ήταν αφοσιωμένοι στην Εκκλησία και στον Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα.
Αν και στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του, η
εθνολογική σύνθεση του Βυζαντίου δεν συνδέθηκε αποκλειστικά με μία μόνο
εθνότητα, γιατί στα σύνορα του υπήρχαν ή προσαρτήθηκαν κατά καιρούς
πολλοί διαφορετικοί λαοί, όμως, κορμός της σύνθεσης αυτής ήταν ο
ελληνορωμαϊκός κόσμος, και οι διάφορες εθνότητες απόκτησαν τα κοινά
χαρακτηριστικά της χριστιανικής πίστης και προοδευτικά της ελληνικής
γλώσσας, παράγοντες που λειτούργησαν ως ενοποιητικοί. Ειδικά η ελληνική γλώσσα, η οποία ήδη από τον 4ο αιώνα είχε αρχίσει να εκτοπίζει τη λατινική στην Ανατολή, επικράτησε επί Ηρακλείου
ως η κατ' εξοχήν επίσημη γλώσσα του Βυζαντίου. Είχε προηγηθεί η μοιραία
αποδυνάμωση του ζωντανού, στρατιωτικής καταγωγής λατινικού πυρήνα των
Βαλκανίων από τον Ιουστινιανό, προκειμένου να επανδρώσει τις ανακτημένες
και εκγερμανισμένες επαρχίες της Δύσης. Μόνο έτσι μπορεί να κατανοηθεί ο
προοδευτικός εξελληνισμός όχι μόνο των δομών της Αυτοκρατορίας, αλλά
και των προσαρτημένων στα όριά της λαών.
Τον 7ο αιώνα λόγω της απώλειας της Αιγύπτου και της Συρίας,
σημειώθηκε ριζική διαφοροποίηση στον χάρτη των εθνοτήτων και το
βυζαντινό κράτος περιόρισε την επικράτειά του σε περιοχές όπου το
πατροπαράδοτα ελληνικό στοιχείο δέσποζε και αριθμητικά. Όμως δεν έπαψαν
να εμφανίζονται νέοι λαοί.
Γενικότερα όλη η Ευρώπη είχε επιρεαστεί από τη Βυζαντινή περίοδο.
Πάτα εδώ για να δεις την πηγή!